unaccustomed - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

unaccustomed - translation to ρωσικά


unaccustomed      

[ʌnə'kʌstəmd]

прилагательное

общая лексика

непривыкший

непривычный

необычный

не привыкший

непривычный, необычный

unaccustomed      
unaccustomed adj. 1) не привыкший (to - к чему-л.) 2) непривычный, необычный
unaccustomed to hot climate      
не привыкший к жаркому климату

Ορισμός

unaccustomed
¦ adjective
1. not customary; unusual.
2. (unaccustomed to) not familiar with or used to.
Derivatives
unaccustomedly adverb
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για unaccustomed
1. Their children are better educated but unaccustomed to hardship.
2. If there‘s one thing to which the world of Democratic economics is utterly unaccustomed, it‘s agreement.
3. But they organized it jointly with Iraqi officials, who are still unaccustomed to such unscripted activities.
4. Except for the Washington suburbs, turnout was low across Virginia, a state unaccustomed to primaries.
5. And the unaccustomed attention reinforces in Okolona‘s parents the importance of what they are doing.
Μετάφραση του &#39unaccustomed&#39 σε Ρωσικά